20180217

εκείνο το μπάσο γρέζι που σιγοκαίει

αππαρατ - πβ

 

είχε τις μαύρες. τις μέρες εκείνες ο ουρανός είχε τρεις τρύπες που δεν τις ήξερε. όταν έφυγε το φως έσβησαν το φεγγάρι και γιόρτασαν την φύση. εκείνος ήρθε. της έδειξε τα άστρα, τον Αιγόκερω. και εκείνη λάλησε δυνατά. και το σύννεφο από μακρινά μυριστηκε το βλέμμα άκουσε το δάχτυλο που τον έδειχνε και απομακρύνθηκε. έτρεξε να το πει στα άλλα, έτρεξε γεμάτο λαχτάρα να μεταλαμπαδεύσει το νέο γεμάτο χαρά.  μα σκουντούφλησε και τα νερά έσπασαν. και έπεσαν. και ήρθαν σε αυτόν που μόλις είχε μπει για μπάνιο. μα γιο δεν είδε να έρχεται. ήρθε μόνο το σκωτσέζικο ντους χωρίς σαπούνια χωρίς αφρούς. μόνο παγωμένο νερό να ξεπλύνει το κρύο του. αμέσως κοίταξε πάνω και πίσω απ'τα πατώματα και κάτω από τα ταβάνια και είδε τ' αστέρια. τον Αιγόκερω που είχε μόνο μια σημασία εκείνη τη στιγμή. σε εκείνη τη σιωπή. μα για όλο τον κόσμο.
και του την φέρανε. και την φόρεσε. και έγινε ξαφνικά γυμνός. με δέρμα και πρόσωπο. και η σημασία σαν κύλησε άρχισε να σιγοκαίει. σαν λατέρνα.

*δεν χρειάστηκε να ξανακοιτάξει προς τα πάνω*

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου